Αναστατώνω στα δανικά
Μετάφραση: αναστατώνω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
fluster, forfjamskelse
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναστατώνω
αναστατώνω συνώνυμα, αναστατώνω αγγλικά, αναστατώνω λεξικό γλώσσας δανικά, αναστατώνω στα δανικά
Μεταφράσεις
- αναστάτωση στα δανικά - afbrydelse, forstyrrelser, forstyrrelse, afbrydelser, afbrydelse er
- αναστέλλω στα δανικά - hæmme, hæmmer, inhibere, inhiberer, at inhibere
- αναστενάζω στα δανικά - sukke, suk, sigh, sukkede
- αναστεναγμός στα δανικά - sukke, suk, sigh, sukkede
Τυχαίες λέξεις
Αναστατώνω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: fluster, forfjamskelse
Μεταφράσεις: fluster, forfjamskelse