Αναστατώνω στα πολωνικά

Μετάφραση: αναστατώνω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podniecenie, wzburzenie, podniecać się, wzburzyć się, fluster
Αναστατώνω στα πολωνικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναστατώνω

αναστατώνω συνώνυμα, αναστατώνω αγγλικά, αναστατώνω λεξικό γλώσσας πολωνικά, αναστατώνω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αναστάτωση στα πολωνικά - awantura, rozerwanie, krzątanina, zakłócenie, hałas, rozdział, zamieszanie, ...
  • αναστέλλω στα πολωνικά - odraczać, przerwać, przesuwać, zakańczać, odroczyć, przerywać, zawieszać, ...
  • αναστενάζω στα πολωνικά - celownik, wzdychać, westchnąć, westchnienie, sigh, westchnieniem, ech, ...
  • αναστεναγμός στα πολωνικά - celownik, wzdychać, westchnąć, westchnienie, sigh, westchnieniem, ech, ...
Τυχαίες λέξεις
Αναστατώνω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: podniecenie, wzburzenie, podniecać się, wzburzyć się, fluster