Διευθετώ στα νορβηγικά

Μετάφραση: διευθετώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
beslutte, oppløse, beslutning, bestemmelse, marshal, marskalk, marskalken, leder og, Marshall
Διευθετώ στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διευθετώ

διευθετώ συνώνυμο, διευθετώ σημασια, διευθετώ συνώνυμα, διευθετώ μεταφραση, διευθετώ στα αγγλικά, διευθετώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διευθετώ στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • διερωτώμαι στα νορβηγικά - forundring, vidunder, under, lurer, lurer på, spørre, spørre seg, ...
  • διευθέτηση στα νορβηγικά - ordning, organisasjon, ordningen, arrangement, avtale, arrangementet
  • διευθυντής στα νορβηγικά - direktør, leder, regissør, Director
  • διευθυντικός στα νορβηγικά - ledelses, ledelsesmessige, leder, styrings
Τυχαίες λέξεις
Διευθετώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: beslutte, oppløse, beslutning, bestemmelse, marshal, marskalk, marskalken, leder og, Marshall