Διευθετώ στα ισλανδικά
Μετάφραση: διευθετώ, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ákveða, Marshal, hershöfðinginn, Marshall, Vörðurinn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διευθετώ
διευθετώ συνώνυμο, διευθετώ σημασια, διευθετώ συνώνυμα, διευθετώ μεταφραση, διευθετώ στα αγγλικά, διευθετώ λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διευθετώ στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διερωτώμαι στα ισλανδικά - furða, tákn, velti, velti því, velta, velta fyrir
- διευθέτηση στα ισλανδικά - fyrirkomulag, tilhögun, fyrirkomulagi, skipan, samkomulagi
- διευθυντής στα ισλανδικά - forstjóri, leikstjóri, forstöðumaður, framkvæmdastjóri, forstöðumanns
- διευθυντικός στα ισλανδικά - stjórnunarstörfum, stjórnunar, stjórnenda, stjórnunarstörf, stjórnunar-
Τυχαίες λέξεις
Διευθετώ στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ákveða, Marshal, hershöfðinginn, Marshall, Vörðurinn
Μεταφράσεις: ákveða, Marshal, hershöfðinginn, Marshall, Vörðurinn