Ενοικιάζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ενοικιάζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
наем, под наем, рента, аренда
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενοικιάζω
ενοικιάζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ενοικιάζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ενοικίαση στα βουλγαρικά - наем, наемане, наемат, под наем, наеме
- ενοικιάζομαι στα βουλγαρικά - enoikiazomai
- ενοποίηση στα βουλγαρικά - консолидация, консолидиране, консолидацията, консолидирането, укрепване
- ενοποιώ στα βουλγαρικά - унифицира, уеднакви, обедини, унифициране, унифицират
Τυχαίες λέξεις
Ενοικιάζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: наем, под наем, рента, аренда
Μεταφράσεις: наем, под наем, рента, аренда