Ενοικιάζω στα τούρκικα

Μετάφραση: ενοικιάζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kira, Kiralık, Satılık, KİRALIK, kiralamak
Ενοικιάζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοικιάζω

ενοικιάζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ενοικιάζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ενοικίαση στα τούρκικα - kiralama, işe, kiralamak, kiralayabilirsiniz, kiralanması
  • ενοικιάζομαι στα τούρκικα - enoikiazomai
  • ενοποίηση στα τούρκικα - sağlamlaştırma, konsolidasyon, konsolidasyonu, birleştirme, toplulaştırma
  • ενοποιώ στα τούρκικα - birleştirmek, birleşmek, birleştirmeye, birleştirme, birleştirmeyi, birleştirilmesi
Τυχαίες λέξεις
Ενοικιάζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kira, Kiralık, Satılık, KİRALIK, kiralamak