Εντατικά στα ουγγρικά

Μετάφραση: εντατικά, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
intenzíven, intenzív, intenzívebben, intenzívebb, erőteljesen
Εντατικά στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντατικά

εντατικά γαλλικά, εντατικά εκτατικά μεγέθη, εντατικά μαθήματα ισπανικών, εντατικά μαθήματα χειρουργικήσ, εντατικά αγγλικά, εντατικά λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εντατικά στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ενσωματώνω στα ουγγρικά - testetlen, megtestesíteni, megtestesítik, testesítik, testesítik meg, testesíti
  • εντάσσω στα ουγγρικά - azt, én, I, I., úgy
  • εντατικοποίηση στα ουγγρικά - intenzívebbé, fokozása, elmélyítése, intenzifikálása, fokozódása
  • εντατικός στα ουγγρικά - nagyfokú, alapos, Intenzív, az intenzív, igényes, intenzívebb
Τυχαίες λέξεις
Εντατικά στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: intenzíven, intenzív, intenzívebben, intenzívebb, erőteljesen