Εντατικά στα γερμανικά

Μετάφραση: εντατικά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
intensiv, intensiver, intensive, intensiv mit, sich intensiv
Εντατικά στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντατικά

εντατικά γαλλικά, εντατικά εκτατικά μεγέθη, εντατικά μαθήματα ισπανικών, εντατικά μαθήματα χειρουργικήσ, εντατικά αγγλικά, εντατικά λεξικό γλώσσας γερμανικά, εντατικά στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ενσωματώνω στα γερμανικά - enthalten, verkörpern, verkörpert, zu verkörpern, auszubilden
  • εντάσσω στα γερμανικά - I, ich
  • εντατικοποίηση στα γερμανικά - verstärkung, intensivierung, Intensivierung, Verschärfung, Verstärkung, Steigerung, Vertiefung
  • εντατικός στα γερμανικά - hochgradig, stark, intensiv, lebhaft, scharf, intensive, intensiven, ...
Τυχαίες λέξεις
Εντατικά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: intensiv, intensiver, intensive, intensiv mit, sich intensiv