Εντατικά στα λευκορωσικά

Μετάφραση: εντατικά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
інтэнсіўна, актыўна
Εντατικά στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντατικά

εντατικά γαλλικά, εντατικά εκτατικά μεγέθη, εντατικά μαθήματα ισπανικών, εντατικά μαθήματα χειρουργικήσ, εντατικά αγγλικά, εντατικά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εντατικά στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ενσωματώνω στα λευκορωσικά - ўвасабляць, увасабляць, ажыццяўляць
  • εντάσσω στα λευκορωσικά - Я
  • εντατικοποίηση στα λευκορωσικά - інтэнсіфікацыя, інтэнсыфікацыя
  • εντατικός στα λευκορωσικά - інтэнсіўны
Τυχαίες λέξεις
Εντατικά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: інтэнсіўна, актыўна