Εντατικά στα τούρκικα
Μετάφραση: εντατικά, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yoğun, yoğun bir, yoğun olarak, yoğun bir şekilde, yoğun şekilde
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εντατικά
εντατικά γαλλικά, εντατικά εκτατικά μεγέθη, εντατικά μαθήματα ισπανικών, εντατικά μαθήματα χειρουργικήσ, εντατικά αγγλικά, εντατικά λεξικό γλώσσας τούρκικα, εντατικά στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ενσωματώνω στα τούρκικα - kapsamak, cisimlendirmek, somutlaştırmak, temsil, cisimleştirmek, somutlaştıran
- εντάσσω στα τούρκικα - Eklemeyi, arasında şunlar yer alır, şunlar yer alır, aşağıdakiler dahildir, dâhil ettiğim
- εντατικοποίηση στα τούρκικα - yoğunlaştırma, yoğunlaşması, yoğunlaştırılması, yoğunlaşma
- εντατικός στα τούρκικα - sivri, keskin, canlı, kuvvetli, yoğun, yoğun bir, yo¤un
Τυχαίες λέξεις
Εντατικά στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yoğun, yoğun bir, yoğun olarak, yoğun bir şekilde, yoğun şekilde
Μεταφράσεις: yoğun, yoğun bir, yoğun olarak, yoğun bir şekilde, yoğun şekilde