Εντατικά στα φινλανδικά

Μετάφραση: εντατικά, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
intensiivisesti, tiiviisti, voimakkaasti, tehokkaasti, tiivistä
Εντατικά στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εντατικά

εντατικά γαλλικά, εντατικά εκτατικά μεγέθη, εντατικά μαθήματα ισπανικών, εντατικά μαθήματα χειρουργικήσ, εντατικά αγγλικά, εντατικά λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εντατικά στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ενσωματώνω στα φινλανδικά - ilmentää, yhdistynyt, kiinnittää, perustaa, yhdistää, yhdentää, upottaa, ...
  • εντάσσω στα φινλανδικά - värvätä, värväytyä, I, Olen, minä, en, minun
  • εντατικοποίηση στα φινλανδικά - tehostaminen, tiivistäminen, tehostamista, tehostuminen, tiivistämisen
  • εντατικός στα φινλανδικά - vilkas, tiivis, raivokas, terävä, ankara, hurja, intensiivinen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εντατικά στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: intensiivisesti, tiiviisti, voimakkaasti, tehokkaasti, tiivistä