Εξοικειώνω στα τούρκικα

Μετάφραση: εξοικειώνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alışkın, bilgi verir, hakkında bilgi verir, konularında bilgi verir, ile tanışması
Εξοικειώνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοικειώνω

εξοικειώνω συνωνυμα, εξοικειώνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξοικειώνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εξοικειωμένος στα τούρκικα - teklifsiz, yoldaş, tanıdık, aşina, bilinen, tanıdık bir, bilgi sahibi
  • εξοικειώνομαι στα τούρκικα - alışkın, tanıdık, alışıktım, bildiğim, aşinayım, tanıyorum
  • εξοκέλλω στα τούρκικα - iplik, strand, iplikçik, iplikli, sarmal
  • εξολοθρεύω στα τούρκικα - yok etmek, imha, yok etme, öldürmek, imha etmek
Τυχαίες λέξεις
Εξοικειώνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: alışkın, bilgi verir, hakkında bilgi verir, konularında bilgi verir, ile tanışması