Εξοικειώνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: εξοικειώνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
запознае, запознаят, се запознаят, запознава, запознаете
Εξοικειώνω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξοικειώνω

εξοικειώνω συνωνυμα, εξοικειώνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, εξοικειώνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • εξοικειωμένος στα βουλγαρικά - запознат, запознати, познато, познат, позната
  • εξοικειώνομαι στα βουλγαρικά - съм запознат, Познавам
  • εξοκέλλω στα βουλγαρικά - нишка, кичур, верига, направление, елемент
  • εξολοθρεύω στα βουλγαρικά - унищожавам, изтребят, се унищожи, изтребване, изтребва
Τυχαίες λέξεις
Εξοικειώνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: запознае, запознаят, се запознаят, запознава, запознаете