Αυξάνομαι στα αλβανικά
Μετάφραση: αυξάνομαι, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ngrihem, mal, bjeshkë, rrit, rriten, rritet, të rritet, të rriten, rritur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αυξάνομαι
αυξάνομαι συνώνυμα, αυξάνομαι λεξικό γλώσσας αλβανικά, αυξάνομαι στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- αυλός στα αλβανικά - fyell, flaut, flautit, të flautit, flauti
- αυνανισμός στα αλβανικά - masturbim, masturbimi, masturbation, masturbimin
- αυξάνω στα αλβανικά - shtoj, rriten, rritet, të rritet, të rriten, rritur
- αυξομειώνω στα αλβανικά - luhatet, të luhatet, luhatet në, sillet, fluctuates
Τυχαίες λέξεις
Αυξάνομαι στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: ngrihem, mal, bjeshkë, rrit, rriten, rritet, të rritet, të rriten, rritur
Μεταφράσεις: ngrihem, mal, bjeshkë, rrit, rriten, rritet, të rritet, të rriten, rritur