Διευρύνω στα αλβανικά
Μετάφραση: διευρύνω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i hapur nga jashtë, hapur nga jashtë, shtrembëruar, anuar, i gjerë
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διευρύνω
διεύρυνση βικιλεξικο, διευρύνω λεξικο, διευρύνω αντωνυμα, διευρύνω αγγλικα, διευρύνω αντωνυμο, διευρύνω λεξικό γλώσσας αλβανικά, διευρύνω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- διευκολύνω στα αλβανικά - lehtësoj, ndihmoj, lehtësuar, të lehtësuar, lehtësojë
- διευκρινίζω στα αλβανικά - sqaroj, qartësoj, sqaruar, të sqaruar, qartësuar
- διεύθυνση στα αλβανικά - fakultet, adresë, adresën, adresa, adresën e, adresa e
- διεύρυνση στα αλβανικά - zgjerim, zgjerimi, zgjerimi i, ekspansioni, zgjerim të
Τυχαίες λέξεις
Διευρύνω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i hapur nga jashtë, hapur nga jashtë, shtrembëruar, anuar, i gjerë
Μεταφράσεις: i hapur nga jashtë, hapur nga jashtë, shtrembëruar, anuar, i gjerë