Διευρύνω στα σουηδικά
Μετάφραση: διευρύνω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utvidga, vidga, splay, sar, utbuktningar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διευρύνω
διεύρυνση βικιλεξικο, διευρύνω λεξικο, διευρύνω αντωνυμα, διευρύνω αγγλικα, διευρύνω αντωνυμο, διευρύνω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διευρύνω στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- διευκολύνω στα σουηδικά - underlätta, lätta, att underlätta, underlättar, lättare
- διευκρινίζω στα σουηδικά - illustrera, klargöra, förtydliga, klarlägga, tydliggöra, tydlig
- διεύθυνση στα σουηδικά - föredrag, skicklighet, fakultet, adressera, förmåga, utanskrift, tal, ...
- διεύρυνση στα σουηδικά - expansionen, expansions, utbyggnad, utvidgning, utbyggnaden
Τυχαίες λέξεις
Διευρύνω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: utvidga, vidga, splay, sar, utbuktningar
Μεταφράσεις: utvidga, vidga, splay, sar, utbuktningar