Διευρύνω στα ισλανδικά

Μετάφραση: διευρύνω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
splay
Διευρύνω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διευρύνω

διεύρυνση βικιλεξικο, διευρύνω λεξικο, διευρύνω αντωνυμα, διευρύνω αγγλικα, διευρύνω αντωνυμο, διευρύνω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διευρύνω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διευκολύνω στα ισλανδικά - auðvelda, greiða, að auðvelda, greiða fyrir, stuðla
  • διευκρινίζω στα ισλανδικά - skýra, að skýra, útskýra, gera grein, skýrt
  • διεύθυνση στα ισλανδικά - ávarpa, heimilisfang, ávarp, deild, netfang
  • διεύρυνση στα ισλανδικά - stækkun, útrás, útþensla, vöxtur, útbreiðslu
Τυχαίες λέξεις
Διευρύνω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: splay