Ευλογώ στα αλβανικά
Μετάφραση: ευλογώ, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
uroj, bekoj, bekoftë, bekoni, të bekuar, të bekojë
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευλογώ
ευλογώ συνωνυμο, ευλογώ τα γένια μου, ευλογώ λεξικό γλώσσας αλβανικά, ευλογώ στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- ευλάβεια στα αλβανικά - nderim, nderimi, përmbys, përkulje, nderim të
- ευλογία στα αλβανικά - bekim, bekimi, bekimin, bekim i, bekuar
- ευλυγισία στα αλβανικά - përkulshmëri, Fleksibilitet
- ευλύγιστος στα αλβανικά - i zhdërvjellët, elastik, epur, zhdërvjellët, i përkulshëm
Τυχαίες λέξεις
Ευλογώ στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: uroj, bekoj, bekoftë, bekoni, të bekuar, të bekojë
Μεταφράσεις: uroj, bekoj, bekoftë, bekoni, të bekuar, të bekojë