Ευλογώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: ευλογώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
binecuvânta, binecuvânteze, binecuvinteze, să binecuvânteze, binecuvînta
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευλογώ
ευλογώ συνωνυμο, ευλογώ τα γένια μου, ευλογώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ευλογώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ευλάβεια στα ρουμανικά - reverență, respect, venerație, evlavie, reverența
- ευλογία στα ρουμανικά - binecuvântare, aprobare, binecuvântarea, binecuvantare, binecuvântării, binecuvîntare
- ευλυγισία στα ρουμανικά - suplețe, supletea, suplete, suplețea, supletii
- ευλύγιστος στα ρουμανικά - flexibil, debara, de flexibil, Limber, îndupleca
Τυχαίες λέξεις
Ευλογώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: binecuvânta, binecuvânteze, binecuvinteze, să binecuvânteze, binecuvînta
Μεταφράσεις: binecuvânta, binecuvânteze, binecuvinteze, să binecuvânteze, binecuvînta