Ευλογώ στα ουγγρικά
Μετάφραση: ευλογώ, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
áld, áldja, áldja meg, áldjon, áldjon meg
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευλογώ
ευλογώ συνωνυμο, ευλογώ τα γένια μου, ευλογώ λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ευλογώ στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ευλάβεια στα ουγγρικά - rajongás, tisztelet, tisztelettel, áhítat, kegyeleti, áhítatot
- ευλογία στα ουγγρικά - áldás, áldást, áldását, áldása, áldásával
- ευλυγισία στα ουγγρικά - hajlíthatóság, hajlékonyság, rugalmasságát, hajlékonyságát, hajlékonysága, hajlékonyságot
- ευλύγιστος στα ουγγρικά - flexibilis, rugalmas, simulékony, legallyazó, hajlékony, limber, ruganyos, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευλογώ στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: áld, áldja, áldja meg, áldjon, áldjon meg
Μεταφράσεις: áld, áldja, áldja meg, áldjon, áldjon meg