Ευλογώ στα γερμανικά

Μετάφραση: ευλογώ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
segnen, segne, zu segnen, segnet, Segen
Ευλογώ στα γερμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευλογώ

ευλογώ συνωνυμο, ευλογώ τα γένια μου, ευλογώ λεξικό γλώσσας γερμανικά, ευλογώ στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • ευλάβεια στα γερμανικά - zuwendung, andacht, verehrung, hingabe, Ehrfurcht, Verehrung, Ehrerbietung, ...
  • ευλογία στα γερμανικά - verletzend, genehmigung, segnung, segen, billigung, wohltat, Segen, ...
  • ευλυγισία στα γερμανικά - biegsamkeit, flexibilität, anpassungsfähigkeit, beweglichkeit, Geschmeidigkeit, Weichheit, geschmeidig, ...
  • ευλύγιστος στα γερμανικά - schmiegsam, folgsam, biegsam, biegsamen, geschmeidig, anpassungsfähig, flexibel, ...
Τυχαίες λέξεις
Ευλογώ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: segnen, segne, zu segnen, segnet, Segen