Καύσιμος στα αλβανικά

Μετάφραση: καύσιμος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i djegshëm, që merr zjarr, djegëse, djegshme, të djegshme
Καύσιμος στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καύσιμος

καύσιμος λεξικό γλώσσας αλβανικά, καύσιμος στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • καύσιμα στα αλβανικά - karburant, lëndë djegëse, karburantit, e karburantit, të karburantit
  • καύσιμο στα αλβανικά - i djegshëm, që merr zjarr, djegëse, djegshme, të djegshme
  • κείμαι στα αλβανικά - ndodhem, rrenë, keimai
  • κείμενο στα αλβανικά - korridor, tekst, Teksti, tekstit, tekstin, Teksti i
Τυχαίες λέξεις
Καύσιμος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i djegshëm, që merr zjarr, djegëse, djegshme, të djegshme