Καύσιμος στα νορβηγικά

Μετάφραση: καύσιμος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
brennbar, brennbart, brenn, brennbare, lettantennelig
Καύσιμος στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καύσιμος

καύσιμος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καύσιμος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • καύσιμα στα νορβηγικά - brensel, drivstoff, brennstoff, drivstoffet
  • καύσιμο στα νορβηγικά - brennstoff, brensel, drivstoff, brennbar, brennbart, brenn, brennbare, ...
  • κείμαι στα νορβηγικά - løgn, usannhet, lyve, ligge, keimai
  • κείμενο στα νορβηγικά - passasje, korridor, gang, tekst, teksten
Τυχαίες λέξεις
Καύσιμος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: brennbar, brennbart, brenn, brennbare, lettantennelig