Καύσιμος στα πολωνικά
Μετάφραση: καύσιμος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
palny, łatwopalny, palne, palnego, palna
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καύσιμος
καύσιμος λεξικό γλώσσας πολωνικά, καύσιμος στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- καύσιμα στα πολωνικά - opał, bunkier, paliwo, tankować, podsycić, podsycać, paliwowy, ...
- καύσιμο στα πολωνικά - opał, podsycać, tankować, bunkier, paliwo, podsycić, palny, ...
- κείμαι στα πολωνικά - kłam, legowisko, usłać, poleżeć, kłamstwo, bujać, skłamać, ...
- κείμενο στα πολωνικά - przelot, urywek, korytarz, wypróżnianie, tekst, przełaz, podróż, ...
Τυχαίες λέξεις
Καύσιμος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: palny, łatwopalny, palne, palnego, palna
Μεταφράσεις: palny, łatwopalny, palne, palnego, palna