Πιέζω στα αλβανικά
Μετάφραση: πιέζω, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtrydh, e shtrydhur, shtrydhur, të shtrydhur, shtrëngoj, përdredh
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πιέζω
πιέζω τον εαυτό μου, πιέζω συνώνυμα, πιέζω στα αγγλικά, πιέζω λεξικό γλώσσας αλβανικά, πιέζω στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- πιάνω στα αλβανικά - kap, zë, vathë, Corral, kamp rrethor me karro, karro, rrethor me karro
- πιάτο στα αλβανικά - klasë, gjellë, natyrisht, pllakë, pjatë, gjellė, pjatë e, ...
- πιέτα στα αλβανικά - palosje, bark, fut, stomak, bëj palosje
- πια στα αλβανικά - jo më, nuk, nuk është më, më, më nuk
Τυχαίες λέξεις
Πιέζω στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: shtrydh, e shtrydhur, shtrydhur, të shtrydhur, shtrëngoj, përdredh
Μεταφράσεις: shtrydh, e shtrydhur, shtrydhur, të shtrydhur, shtrëngoj, përdredh