Πιέζω στα εσθονικά

Μετάφραση: πιέζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vajutama, välja pigistama, väänama, vääna, väänake, ringutama
Πιέζω στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιέζω

πιέζω τον εαυτό μου, πιέζω συνώνυμα, πιέζω στα αγγλικά, πιέζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, πιέζω στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • πιάνω στα εσθονικά - haare, haarama, saak, sidur, jõudma, arusaam, arusaamine, ...
  • πιάτο στα εσθονικά - suund, kursus, nõu, taldrik, müürilade, roog, tassi, ...
  • πιέτα στα εσθονικά - krooge, toppima, kurd, pitsrüüs, plisseerima, torkama, rüüs, ...
  • πια στα εσθονικά - mitte enam, enam, ole enam, enam ei, ei ole enam
Τυχαίες λέξεις
Πιέζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vajutama, välja pigistama, väänama, vääna, väänake, ringutama