Πιέζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: πιέζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vinda, klípa, að vinda
Πιέζω στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πιέζω

πιέζω τον εαυτό μου, πιέζω συνώνυμα, πιέζω στα αγγλικά, πιέζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πιέζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • πιάνω στα ισλανδικά - tak, afli, hald, grípa, Corral
  • πιάτο στα ισλανδικά - réttur, diskur, námskeið, fat, borðkrókur
  • πιέτα στα ισλανδικά - Tuck, togaður
  • πια στα ισλανδικά - meira, fleiri, meiri, ekki lengur, ekki lengur að, lengur, ekki er lengur, ...
Τυχαίες λέξεις
Πιέζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vinda, klípa, að vinda