Ρήγμα στα αλβανικά
Μετάφραση: ρήγμα, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
çarë, çarje, përçarje, çara, të çarë, Çarja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρήγμα
ρήγμα της ανατολίας, ρήγμα της ελίκης, ρήγμα αταλάντης, ρήγμα πάρνηθας, ρήγμα αταλάντης χαρτης, ρήγμα λεξικό γλώσσας αλβανικά, ρήγμα στα αλβανικά
Μεταφράσεις
- ρέω στα αλβανικά - rrjedh, rryma, rrjedhë, rrjedhin, të rrjedhin, të rrjedhë, burojnë
- ρήγας στα αλβανικά - mbret, mbreti, mbretit, mbreti i
- ρήμα στα αλβανικά - folje, v, folja, foljes, folje e
- ρήμαγμα στα αλβανικά - shkatërroj, rrënim, gjendje e keqe, zhdukurit, të zhdukurit, nevojë për riparim
Τυχαίες λέξεις
Ρήγμα στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: çarë, çarje, përçarje, çara, të çarë, Çarja
Μεταφράσεις: çarë, çarje, përçarje, çara, të çarë, Çarja