Ρήγμα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ρήγμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пукнатина, судир, расцеп, јаз, пукнатината
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ρήγμα
ρήγμα της ανατολίας, ρήγμα της ελίκης, ρήγμα αταλάντης, ρήγμα πάρνηθας, ρήγμα αταλάντης χαρτης, ρήγμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ρήγμα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ρέω στα σλαβομακεδονικά - проток, протокот, тече, проток на, протокот на
- ρήγας στα σλαβομακεδονικά - кралот, крал, цар, царот, Кинг
- ρήμα στα σλαβομακεδονικά - глагол, глаголот, глаголи, глаголски, глаголска
- ρήμαγμα στα σλαβομακεδονικά - занемареност, запуштени, лоша состојба, лоша, дефект
Τυχαίες λέξεις
Ρήγμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: пукнатина, судир, расцеп, јаз, пукнатината
Μεταφράσεις: пукнатина, судир, расцеп, јаз, пукнатината