Αδιάντροπος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αδιάντροπος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
безсрамен, безсрамна, безсрамно, безсрамното, безсрамни
Αδιάντροπος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδιάντροπος

αδιάντροπος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αδιάντροπος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αδιάλλακτος στα βουλγαρικά - непримирим, безкомпромисна, непримирима, непреклонната, безкомпромисен
  • αδιάλυτος στα βουλγαρικά - неразтворим, неразтворими, неразтворима, неразтворимо, неразтворимия
  • αδιάπτωτος στα βουλγαρικά - неотслабна, ненамаляващ, с непроменен, неотслабващата, осезаема
  • αδιάφθορος στα βουλγαρικά - некоригирана, некоригиран, некоригирани, некоригираната, некоригирано
Τυχαίες λέξεις
Αδιάντροπος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: безсрамен, безсрамна, безсрамно, безсрамното, безсрамни