Αδιάντροπος στα τούρκικα

Μετάφραση: αδιάντροπος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
utanmaz, arsız, utanmazca, utanmaz bir, shameless
Αδιάντροπος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδιάντροπος

αδιάντροπος λεξικό γλώσσας τούρκικα, αδιάντροπος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αδιάλλακτος στα τούρκικα - bükülmez, eğilmez, uzlaşmaz, uzlaşmaz bir, inatçı, intransigent, da uzlaşmaz
  • αδιάλυτος στα τούρκικα - çözünmez, çözünmeyen, çözülmeyen, erimeyen, erimez
  • αδιάπτωτος στα τούρκικα - eksilmemiş, undiminished, azalmamış, dengeyle, Tahinle
  • αδιάφθορος στα τούρκικα - düzeltilmemiş, düzeltilmemiştir, düzeltilmedi, düzeltilmemiş olarak
Τυχαίες λέξεις
Αδιάντροπος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: utanmaz, arsız, utanmazca, utanmaz bir, shameless