Ακροατήριο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ακροατήριο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
публика, аудиенция, аудитория, публиката, аудиторията
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακροατήριο
φανταστικό ακροατήριο, ακροατήριο συνώνυμα, ακροατήριο κανείς, ακροατήριο δικαστηρίου, διττό ακροατήριο, ακροατήριο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ακροατήριο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ακριβώς στα βουλγαρικά - точно, точния, именно, музиката, точно така
- ακριτόμυθος στα βουλγαρικά - бърборко, празнословец, клеветникът, дърдорко, дългокрак дрозд
- ακροατής στα βουλγαρικά - слушател, слушателя, на слушателя, слушателят
- ακροβάτης στα βουλγαρικά - акробат, Acrobat, на Acrobat, напряко
Τυχαίες λέξεις
Ακροατήριο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: публика, аудиенция, аудитория, публиката, аудиторията
Μεταφράσεις: публика, аудиенция, аудитория, публиката, аудиторията