Ακροατήριο στα ουκρανικά
Μετάφραση: ακροατήριο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
глядачі, радіослухачі, аудиторія
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακροατήριο
φανταστικό ακροατήριο, ακροατήριο συνώνυμα, ακροατήριο κανείς, ακροατήριο δικαστηρίου, διττό ακροατήριο, ακροατήριο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ακροατήριο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ακριβώς στα ουκρανικά - чіткий, певен, точно, певний, саме, точнісінько, визначений, ...
- ακριτόμυθος στα ουκρανικά - недисциплінованість, базіка, балакун, базікало, болтун, говорун
- ακροατής στα ουκρανικά - слухається, слухач
- ακροβάτης στα ουκρανικά - акробат
Τυχαίες λέξεις
Ακροατήριο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: глядачі, радіослухачі, аудиторія
Μεταφράσεις: глядачі, радіослухачі, аудиторія