Αναγνωριζόμενος στα βουλγαρικά

Μετάφραση: αναγνωριζόμενος, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
призната, признато, признати, признава, признат
Αναγνωριζόμενος στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναγνωριζόμενος

αναγνωριζόμενος λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναγνωριζόμενος στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • αναγκαιότητα στα βουλγαρικά - необходимост, необходимостта, необходимо, нужда
  • αναγνωρίζω στα βουλγαρικά - признавам, признае, признаят, разпознае, разпознава
  • αναγνωριστικός στα βουλγαρικά - идентификация, идентифициране, идентификационен, идентификационния, идентификацията
  • αναγνώριση στα βουλγαρικά - признаване, признание, разпознаване, признаването, разпознаване на
Τυχαίες λέξεις
Αναγνωριζόμενος στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: призната, признато, признати, признава, признат