Αναγνωριζόμενος στα λιθουανικά

Μετάφραση: αναγνωριζόμενος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pripažintas, pripažinta, pripažino, pripažįstamas, pripažįstama
Αναγνωριζόμενος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναγνωριζόμενος

αναγνωριζόμενος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αναγνωριζόμενος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • αναγκαιότητα στα λιθουανικά - būtinybė, būtina, būtinumas, būtinybę, būtinumo
  • αναγνωρίζω στα λιθουανικά - pripažinti, pripažįsta, atpažinti
  • αναγνωριστικός στα λιθουανικά - identifikacija, identifikavimo, identifikavimas, nustatymas, identifikacijos
  • αναγνώριση στα λιθουανικά - pripažinimas, pripažinimo, pripažinimą, pripažinti, atpažinimo
Τυχαίες λέξεις
Αναγνωριζόμενος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pripažintas, pripažinta, pripažino, pripažįstamas, pripažįstama