Αναγνωριζόμενος στα ουγγρικά

Μετάφραση: αναγνωριζόμενος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elismert, ismerni, elismerte, felismerte, ismerik
Αναγνωριζόμενος στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναγνωριζόμενος

αναγνωριζόμενος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αναγνωριζόμενος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • αναγκαιότητα στα ουγγρικά - szükségesség, szükségszerűség, szükség, szükségességét, szükségessége
  • αναγνωρίζω στα ουγγρικά - felismerni, felismerik, felismeri, ismerje, ismeri
  • αναγνωριστικός στα ουγγρικά - azonosítás, azonosító, azonosítása, azonosítási, azonosítására
  • αναγνώριση στα ουγγρικά - felismerés, köszönetnyilvánítás, elismerés, elismerése, elismerését, elismeréséről
Τυχαίες λέξεις
Αναγνωριζόμενος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: elismert, ismerni, elismerte, felismerte, ismerik