Αναρχικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αναρχικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
анархист, анархистка, анархисткото, анархистко, анархистки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρχικός
αναρχικός ατομικισμός, αναρχικός τραπεζίτης, αναρχικός καπιταλισμός, αναρχικόσ δάσκαλοσ, αναρχικός των δύο κόσμων, αναρχικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αναρχικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αναρρώνω στα βουλγαρικά - възстановявам се
- αναρχία στα βουλγαρικά - анархия, анархията, на анархията, хаос
- αναρωτιέμαι στα βουλγαρικά - чудя се, чудя, се чудя, се чудите
- ανασκευάζω στα βουλγαρικά - опровергавам, оборва
Τυχαίες λέξεις
Αναρχικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: анархист, анархистка, анархисткото, анархистко, анархистки
Μεταφράσεις: анархист, анархистка, анархисткото, анархистко, анархистки