Αναρχικός στα ουκρανικά

Μετάφραση: αναρχικός, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
анархічний, анархіст, анархист
Αναρχικός στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρχικός

αναρχικός ατομικισμός, αναρχικός τραπεζίτης, αναρχικός καπιταλισμός, αναρχικόσ δάσκαλοσ, αναρχικός των δύο κόσμων, αναρχικός λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αναρχικός στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • αναρρώνω στα ουκρανικά - звертання, видужувати, одужувати, одужуватиме, вставати
  • αναρχία στα ουκρανικά - анархізм, анархія, анархия
  • αναρωτιέμαι στα ουκρανικά - переможений, вона, дивуватися, удивляются, дивуватися з, дивуватись
  • ανασκευάζω στα ουκρανικά - спростуйте, спростувати, спростовувати, заперечувати, спростовуватиме
Τυχαίες λέξεις
Αναρχικός στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: анархічний, анархіст, анархист