Αναρχικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αναρχικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
анархіст, анархіста, анархістам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρχικός
αναρχικός ατομικισμός, αναρχικός τραπεζίτης, αναρχικός καπιταλισμός, αναρχικόσ δάσκαλοσ, αναρχικός των δύο κόσμων, αναρχικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναρχικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αναρρώνω στα λευκορωσικά - здаравець, ачуньваць, папраўляцца, ўставаць, аднаўляцца
- αναρχία στα λευκορωσικά - анархія, дзя
- αναρωτιέμαι στα λευκορωσικά - здзіўляцца, дзівіцца, зьдзіўляцца
- ανασκευάζω στα λευκορωσικά - аспрэчваць, абвяргаць, абвергнуць, адмаўляць, адмаўляцца
Τυχαίες λέξεις
Αναρχικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: анархіст, анархіста, анархістам
Μεταφράσεις: анархіст, анархіста, анархістам