Αναρχικός στα εσθονικά
Μετάφραση: αναρχικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
anarhiline, anarhist, anarhistlik, anarhistina, anarhistist, anarhisti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αναρχικός
αναρχικός ατομικισμός, αναρχικός τραπεζίτης, αναρχικός καπιταλισμός, αναρχικόσ δάσκαλοσ, αναρχικός των δύο κόσμων, αναρχικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, αναρχικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αναρρώνω στα εσθονικά - taastuma, paranema, ravile, sanatoorseid, tervenemise, Olla toipilaana
- αναρχία στα εσθονικά - anarhia, seadusetus, anarhiat, anarhiale, anarhiaks, anarhiasse
- αναρωτιέμαι στα εσθονικά - ime, imestama, tea, ei tea
- ανασκευάζω στα εσθονικά - väärama
Τυχαίες λέξεις
Αναρχικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: anarhiline, anarhist, anarhistlik, anarhistina, anarhistist, anarhisti
Μεταφράσεις: anarhiline, anarhist, anarhistlik, anarhistina, anarhistist, anarhisti