Αναρχικός στα δανικά

Μετάφραση: αναρχικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
anarkist, anarkistiske, anarkistisk, anarkisten, anarchist
Αναρχικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρχικός

αναρχικός ατομικισμός, αναρχικός τραπεζίτης, αναρχικός καπιταλισμός, αναρχικόσ δάσκαλοσ, αναρχικός των δύο κόσμων, αναρχικός λεξικό γλώσσας δανικά, αναρχικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αναρρώνω στα δανικά - komme sig, convalesce
  • αναρχία στα δανικά - anarki, anarkiet, anarkiets, anarkistiske
  • αναρωτιέμαι στα δανικά - vidunder, spekulerer, spekulerer på, undre, undre sig
  • ανασκευάζω στα δανικά - confute
Τυχαίες λέξεις
Αναρχικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: anarkist, anarkistiske, anarkistisk, anarkisten, anarchist