Απολύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: απολύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
огън, стрелям, освобождавам, развържа, Разхлабете, отпущам, разхлабвам
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απολύω
απολύω απολύεις, απολύω αρχαια, απολύω μεταφραση, απολύω γαλλικά, απολύω αρχικοι χρονοι, απολύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, απολύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- απολυταρχικός στα βουλγαρικά - авторитарния, авторитарен, авторитарна, авторитарно, авторитарното
- απολύτως στα βουλγαρικά - абсолютно, напълно, е абсолютно, съвсем, съвършено
- απομίμηση στα βουλγαρικά - карикатура, имитация, имитация на, подражание, имитации, имитацията
- απομακρυσμένος στα βουλγαρικά - далечен, отдалечен, далечна, далечно, далечното
Τυχαίες λέξεις
Απολύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: огън, стрелям, освобождавам, развържа, Разхлабете, отпущам, разхлабвам
Μεταφράσεις: огън, стрелям, освобождавам, развържа, Разхлабете, отпущам, разхлабвам