Απολύω στα τούρκικα

Μετάφραση: απολύω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alev, ateş, atmak, torba, yangın, koyvermek, serbest bırakmak, yerinden oynatır, gevşetmek
Απολύω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απολύω

απολύω απολύεις, απολύω αρχαια, απολύω μεταφραση, απολύω γαλλικά, απολύω αρχικοι χρονοι, απολύω λεξικό γλώσσας τούρκικα, απολύω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • απολυταρχικός στα τούρκικα - otoriter, otoriter bir, otoriteryen
  • απολύτως στα τούρκικα - kesinlikle, tamamen, mutlaka, mutlak, absolutely
  • απομίμηση στα τούρκικα - taklit, karikatür, sahte, imitasyon, taklidi, suni
  • απομακρυσμένος στα τούρκικα - uzak, uzak bir, uzaktaki, uzaktan, uzakta
Τυχαίες λέξεις
Απολύω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: alev, ateş, atmak, torba, yangın, koyvermek, serbest bırakmak, yerinden oynatır, gevşetmek