Αρνί στα βουλγαρικά
Μετάφραση: αρνί, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
агнешко, агне, агнешко месо, агнета, агнешки
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρνί
αρνί στη σούβλα, αρνί στην γάστρα, αρνί με ρύζι στο φούρνο, αρνί στο φούρνο, αρνί θερμίδες, αρνί λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, αρνί στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- αρμόζω στα βουλγαρικά - костюм, подхождам, подобавам
- αρμόζων στα βουλγαρικά - сглобяване, подходящ, монтаж, монтиране, фитинг
- αρνησικυρία στα βουλγαρικά - вето, на вето, право на вето, ветото, вето на
- αρνητικά στα βουλγαρικά - отрицателен, негативен, отрицателно, отрицателна, негативно
Τυχαίες λέξεις
Αρνί στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: агнешко, агне, агнешко месо, агнета, агнешки
Μεταφράσεις: агнешко, агне, агнешко месо, агнета, агнешки