Αρνί στα λιθουανικά
Μετάφραση: αρνί, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
avinėlis, ėriukas, ėriena, ėriukų, ėrienos, aviena
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρνί
αρνί στη σούβλα, αρνί στην γάστρα, αρνί με ρύζι στο φούρνο, αρνί στο φούρνο, αρνί θερμίδες, αρνί λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αρνί στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αρμόζω στα λιθουανικά - kostiumas, tapti, derėti, pritikti, Licować z czymś, Piederēties, Būti tinkamu
- αρμόζων στα λιθουανικά - pritaikymas, tinkamas, montavimo, įrengimo, montuoti
- αρνησικυρία στα λιθουανικά - veto, vetuoti, veto teisė, veto teisę, suteikiama veto
- αρνητικά στα λιθουανικά - neigiamas, neigiama, neigiami, neigiamą, neigiamai
Τυχαίες λέξεις
Αρνί στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: avinėlis, ėriukas, ėriena, ėriukų, ėrienos, aviena
Μεταφράσεις: avinėlis, ėriukas, ėriena, ėriukų, ėrienos, aviena