Βαδίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: βαδίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
марш, март, поход, шествие, преход
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαδίζω
βαδίζω συνώνυμα, βαδίζω με παράπονο στίχοι, βαδίζω στην πάτρα, βαδίζω συνώνυμο, βαδίζω στην πάτρα 2014, βαδίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βαδίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- βαγενάς στα βουλγαρικά - Вайенас, Вайенас в
- βαγόνι στα βουλγαρικά - рама, превоз, превоза, превози, карета
- βαζάκι στα βουλγαρικά - ваза, буркан, JAR, бурканче, на JAR, ударния
- βαθιά στα βουλγαρικά - дълбоко, дълбока, силно
Τυχαίες λέξεις
Βαδίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: марш, март, поход, шествие, преход
Μεταφράσεις: марш, март, поход, шествие, преход