Βαδίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: βαδίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
завитий, марш, руш
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαδίζω
βαδίζω συνώνυμα, βαδίζω με παράπονο στίχοι, βαδίζω στην πάτρα, βαδίζω συνώνυμο, βαδίζω στην πάτρα 2014, βαδίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βαδίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- βαγενάς στα ουκρανικά - бондар, дегустатор, Vayenas
- βαγόνι στα ουκρανικά - пересилання, садіння, лафет, проведення, станок, перевезення, з перевезення, ...
- βαζάκι στα ουκρανικά - жарт, судинно, банку, банка, банки
- βαθιά στα ουκρανικά - глибоко
Τυχαίες λέξεις
Βαδίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: завитий, марш, руш
Μεταφράσεις: завитий, марш, руш