Βαδίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: βαδίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
határvidék, induló, gyalogtávolság, március, felvonulás, márciusában, menetelés, menet
Βαδίζω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαδίζω

βαδίζω συνώνυμα, βαδίζω με παράπονο στίχοι, βαδίζω στην πάτρα, βαδίζω συνώνυμο, βαδίζω στην πάτρα 2014, βαδίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, βαδίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • βαγενάς στα ουγγρικά - Vayenas
  • βαγόνι στα ουγγρικά - csillealváz, fuvar, távgépíró-kocsi, lövegtalp, testtartás, ágyszán, orsószán, ...
  • βαζάκι στα ουγγρικά - korsó, tégely, váza, cserépbödön, zökkenés, agyagkorsó, összezörrenés, ...
  • βαθιά στα ουγγρικά - mélységesen, mélyen, mély, mélységes, mélyebben
Τυχαίες λέξεις
Βαδίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: határvidék, induló, gyalogtávolság, március, felvonulás, márciusában, menetelés, menet