Βαρεμάρα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: βαρεμάρα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скука, скуката, отегчение, досада, отегчението
Βαρεμάρα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαρεμάρα

βαρεμάρα στη σχέση, βαρεμάρα συνώνυμα, ανία βαρεμάρα, βαρεμάρα στο γάμο, βαρεμάρα στη δουλειά, βαρεμάρα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βαρεμάρα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • βαρελοσανίδα στα βουλγαρικά - дъга, предотврати, отклонявам, отблъсквам, се предотвратят
  • βαρελότο στα βουλγαρικά - мина, вид фойерверк, петарда
  • βαρετός στα βουλγαρικά - досаден, отегчителен, неприятен, уморителен, изморителна
  • βαριά στα βουλγαρικά - силно, тежко, сериозно, голяма степен, до голяма степен
Τυχαίες λέξεις
Βαρεμάρα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: скука, скуката, отегчение, досада, отегчението