Βαρεμάρα στα νορβηγικά

Μετάφραση: βαρεμάρα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kjedsomhet, boredom, kjedsomheten, kjedsommelighet
Βαρεμάρα στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαρεμάρα

βαρεμάρα στη σχέση, βαρεμάρα συνώνυμα, ανία βαρεμάρα, βαρεμάρα στο γάμο, βαρεμάρα στη δουλειά, βαρεμάρα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, βαρεμάρα στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • βαρελοσανίδα στα νορβηγικά - demme, stavkirke, strofe, stav, avverge
  • βαρελότο στα νορβηγικά - petard
  • βαρετός στα νορβηγικά - boring, kjedelig, matt, sløv, slitsom, slitsomt, kjedelige
  • βαριά στα νορβηγικά - tungt, sterkt, kraftig
Τυχαίες λέξεις
Βαρεμάρα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kjedsomhet, boredom, kjedsomheten, kjedsommelighet